Τι σημαίνει το timp στο Ρουμάνος;
Ποια είναι η σημασία της λέξης timp στο Ρουμάνος; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του timp στο Ρουμάνος.
Η λέξη timp στο Ρουμάνος σημαίνει χρόνος, ώρα, ώρα, χρόνος, άνεση, χαλαρότητα, χρόνος, χρόνια, χρόνος, καιρός, στην ώρα μου, στα γρήγορα, καιροσκόπος, κάθε, χωρίς διαθέσιμο χρόνο, βιάζομαι, ταυτόχρονα, ταυτόχρονα, χρονική στιγμή, για ώρα, για πολλή ώρα, για πολύ, γρήγορα, σύντομα, ζωή, ενοικιαστήριο, μισθωτήριο, που γίνεται την κατάλληλη στιγμή, σε πραγματικό χρόνο, που δεν έχει πολύ χρόνο, έγκαιρος, που έχει χρονικό περιορισμό, σε κίνηση, την ίδια ώρα, εκείνη την ώρα, ταυτόχρονα, πριν από πολύ καιρό, πολύ παλιά, εδώ και πολύ καιρό, μετά από λίγο, πρόωρα, πρώιμα, πριν την ώρα του, από πριν, για πολύ καιρό, για καιρό, πριν καιρό, με αντίπαλο τον χρόνο, νωρίτερα, την ίδια στιγμή, την ίδια ώρα, την ίδια στιγμή με, την ίδια ώρα με, ταυτόχρονα με, τη στιγμή που, σύντομα, σύντομα, σε λίγο, ταχέως, γρήγορα, για μικρό χρονικό διάστημα, για λίγο, σύντομα, εν ολίγοις, εν συντομία, πόσος χρόνος χρειάζεται, πόσο χρόνο θέλει, σύντομα, όταν έρθει ο καιρός, όταν είναι η κατάλληλη στιγμή, με τον καιρό, στο μεταξύ, εντωμεταξύ, εν τω μεταξύ, στο μεταξύ, λίγο μετά, πολύ καιρό πριν, πολύς καιρός, όταν έρθει η ώρα, για λίγο, για μεγάλο χρονικό διάστημα, λίγη ώρα, λίγος καιρός, πριν λίγο καιρό, αρκετός καιρός, ενώ, από όσο, με την προύπόθεση οτι, υπό την προϋπόθεση ότι, σε τελική ανάλυση, εφόσον, αρκεί να, πάνω στην ώρα, μετά από λίγο, μετά από κάποιο διάστημα, εν τω μεταξύ, στο μεταξύ, σε χρόνο ρεκόρ, έχει περάσει πολύς καιρός, επί τη ευκαιρία, ελεύθερος χρόνος, θητεία, πολεμική περίοδος, περίοδος πολέμου, χρόνο διαθεσιμότητας, χρόνος μετάδοσης, ώρα μετάδοσης, διάρκεια μετάδοσης, ειρήνη, χρονική περίοδος, χειμώνας, άδικος κόπος, νύχτα, χασομέρης, ελεύθερος χρόνος, χρόνος ημιζωής, τίποτα, μεγάλο διάστημα, άσχημος καιρός, μεσοδιάστημα, πολύς καιρός, πολύς καιρός, παρελθόν, ενεστώτας, κατάλληλη στιγμή, χρόνος αντίδρασης. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης timp
χρόνος(concept) Timpul trece mai repede pe măsură ce înaintăm în vârstă. Ο χρόνος περνάει πιο γρήγορα όταν μεγαλώνεις. |
ώρα(durată) Cât timp va mai dura ședința? ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Πόσον καιρό (or: χρόνο) θα πάρει η κατασκευή του σπιτιού; |
ώρα
E timpul să acționăm. ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Είναι ώρα για πάρτι! Ας φορέσουμε τα παπούτσια του χορού! |
χρόνος
Nu poți da timpul înapoi, el merge doar înainte. Δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω τον χρόνο που κυλά. |
άνεση, χαλαρότητα
Perioada de reflecție înseamnă că clienții au timp să se gândească la decizia lor. Η περίοδος χάριτος σημαίνει ότι οι πελάτες έχουν την άνεσή τους να σκεφτούν την απόφασή τους. |
χρόνος(verbe) (γραμματική) Folosirea timpului corect îi ajută pe oameni să înțeleagă ce spui. Το να χρησιμοποιείς τον σωστό χρόνο βοηθάει τους ανθρώπους να καταλαβαίνουν τι λες. |
χρόνια(μεταφορικά) Zoe nu-și mai văzuse prietenii de foarte mult timp. ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Πέρασε ένας αιώνας από τότε που τον είδα για τελευταία φορά. |
χρόνος(μεταφορικά) Timpul scos îi depășise propriul record cu trei secunde. |
καιρός
Vremea e frumoasă astăzi. ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Ο καιρός είναι καλός σήμερα. |
στην ώρα μου
ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Ο κύριος Τζόουνς είναι πάντα στην ώρα του και φτάνει στις 9.00 ακριβώς. Εάν θέλεις την δουλειά, καλύτερα να είσαι στην ώρα σου για την συνέντευξη. |
στα γρήγορα
Liza s-a oprit puțin la magazin, pe drum spre concert. Η Λίζα σταμάτησε για λίγο στο μαγαζί ενώ πήγαινε στη συναυλία. |
καιροσκόπος
|
κάθε(periodic) (συχνότητα) Își vizitează bunicii la fiecare două săptămâni. ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Επισκέπτονται τους παππούδες τους κάθε δύο εβδομάδες. |
χωρίς διαθέσιμο χρόνο(επαγγελματίας) |
βιάζομαι
Ο εκδότης βιάζονταν να ετοιμάσει εγκαίρως το βιβλίο για την περίοδο πριν από τα Χριστούγεννα. |
ταυτόχρονα
|
ταυτόχρονα
|
χρονική στιγμή
Η χρονική στιγμή της έκθεσης συνέπεσε με τις διακοπές μου και έτσι δεν μπόρεσα να πάω. |
για ώρα, για πολλή ώρα, για πολύ
ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Θα λείψει για καιρό; Ναι, είπε οτι θα γυρίσει σε δύο εβδομάδες. |
γρήγορα, σύντομα
|
ζωή(figurat) (μεταφορικά) Αυτό το χειμωνιάτικο μπουφάν έχει πολλά ψωμιά ακόμα. |
ενοικιαστήριο, μισθωτήριο(διάρκεια) |
που γίνεται την κατάλληλη στιγμή
Όταν το αυτοκίνητο της οικογένειας χάλασε, νόμιζαν ότι θα μείνουν εκεί για ώρες, αλλά σώθηκαν από την έγκαιρη άφιξη ενός μηχανικού. |
σε πραγματικό χρόνο
|
που δεν έχει πολύ χρόνο
|
έγκαιρος
|
που έχει χρονικό περιορισμό
|
σε κίνηση
|
την ίδια ώρα, εκείνη την ώρα
Grupul se distra la petrecere. În acest timp, ceilalți erau la cinema. Κάποιοι από αυτούς ήταν στο πάρτι. Την ίδια ώρα, τα παιδιά τους στο σπίτι έκαναν χάλια την κουζίνα. |
ταυτόχρονα
Εμφανίζεται ταυτόχρονα στην τηλεόραση και στο θέατρο. |
πριν από πολύ καιρό, πολύ παλιά, εδώ και πολύ καιρό
|
μετά από λίγο
Στην αρχή δεν ένιωσε πόνο. Μετά από λίγο το χέρι του άρχισε να πονάει. |
πρόωρα, πρώιμα, πριν την ώρα του, από πριν
|
για πολύ καιρό, για καιρό
Θα λείπει για πολύ καιρό; |
πριν καιρό
|
με αντίπαλο τον χρόνο
|
νωρίτερα
ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Υπολόγισαν ότι το νέο Ολυμπιακό Στάδιο θα ήταν έτοιμο τον Σεπτέμβρη του 2011 αλλά στην πραγματικότητα τελείωσε νωρίτερα. |
την ίδια στιγμή, την ίδια ώρα
Ήταν ευχής έργο που φτάσαμε και οι δύο την ίδια ώρα. |
την ίδια στιγμή με, την ίδια ώρα με, ταυτόχρονα με
|
τη στιγμή που
|
σύντομα
Σύντομα θα έρθει η άνοιξη. |
σύντομα, σε λίγο, ταχέως, γρήγορα
|
για μικρό χρονικό διάστημα, για λίγο
ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Θα μείνω για λίγο εάν δε σε πειράζει. Θα πρέπει να περιμένουμε για λίγο πριν έρθει το τραίνο. |
σύντομα, εν ολίγοις, εν συντομία
|
πόσος χρόνος χρειάζεται, πόσο χρόνο θέλει
Πόσο κάνει ένα αβγό να βράσει; |
σύντομα
|
όταν έρθει ο καιρός, όταν είναι η κατάλληλη στιγμή, με τον καιρό
|
στο μεταξύ
|
εντωμεταξύ, εν τω μεταξύ, στο μεταξύ
|
λίγο μετά
Γεννήθηκα στις 3 μ.μ.· ο δίδυμος αδερφός μου ακολούθησε λίγο μετά. |
πολύ καιρό πριν
Ο Τσακ κι εγώ πολύ καιρό πριν πηγαίναμε μαζί γυμνάσιο. Η Τζούλι άρχισε να παίζει κιθάρα πολύ καιρό πριν στην δεκαετία των '60. |
πολύς καιρός
ⓘAceastă propoziţie nu este o traducere a propoziţiei englezeşti. Λείπει από τη δουλειά για μεγάλο χρονικό διάστημα. |
όταν έρθει η ώρα
Θα πάρεις προαγωγή όταν έρθει η ώρα, πρώτα πρέπει ν' αποδείξεις την αξία σου. |
για λίγο
Κατεβαίνω στην παμπ για λίγο. |
για μεγάλο χρονικό διάστημα
|
λίγη ώρα, λίγος καιρός
Έχει περάσει λίγος καιρός από όταν είδα τα ξαδέρφια μου. |
πριν λίγο καιρό
|
αρκετός καιρός
|
ενώ(acțiuni simultane) A scris un email (pe) când se uita la televizor. Έγραψε ένα γράμμα όταν έβλεπε τηλεόραση. |
από όσο
Από όσο ξέρω, όλα πάνε ακόμα καλά με το πρότζεκτ. |
με την προύπόθεση οτι, υπό την προϋπόθεση ότι
Μπορείς να πας στον χορό Σταχτοπούτα, με την προϋπόθεση ότι θα επιστρέψεις μέχρι τα μεσάνυχτα. |
σε τελική ανάλυση
|
εφόσον, αρκεί να
Θα είμαι ικανοποιημένος, αρκεί να βγαίνει κάθε μέρα ο ήλιος. |
πάνω στην ώρα
|
μετά από λίγο, μετά από κάποιο διάστημα
|
εν τω μεταξύ, στο μεταξύ
|
σε χρόνο ρεκόρ
|
έχει περάσει πολύς καιρός
|
επί τη ευκαιρία
Η Τζανίν μαθαίνει γερμανικά στο σχολείο και, επί τη ευκαιρία, έκανε καινούργιους φίλους. |
ελεύθερος χρόνος
Alex nu avea timp liber să meargă la pescuit cât de des și-ar fi dorit. Ο Άλεξ δεν είχε ελεύθερο χρόνο για να ψαρεύει όσο θα ήθελε. |
θητεία
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ο Διευθύνων Σύμβουλος άλλαξε πολλά πράγματα σε αυτή την εταιρεία. |
πολεμική περίοδος, περίοδος πολέμου
|
χρόνο διαθεσιμότητας
|
χρόνος μετάδοσης, ώρα μετάδοσης, διάρκεια μετάδοσης(τηλεόραση, ραδιόφωνο) |
ειρήνη
|
χρονική περίοδος
|
χειμώνας
|
άδικος κόπος(despre un proiect inutil) (χρήση ως επίθετο) |
νύχτα
|
χασομέρης(καθομιλουμένη) |
ελεύθερος χρόνος(ώρες ψυχαγωγίας) Συχνά διαβάζει στον ελεύθερό της χρόνο. |
χρόνος ημιζωής
|
τίποτα(a nu avea) (μεταφορικά) Θα ιδωθούμε σε δύο βδομάδες. Τίποτα δεν είναι. |
μεγάλο διάστημα
|
άσχημος καιρός
|
μεσοδιάστημα
|
πολύς καιρός(πχ μέρες, μήνες) Έκατσα πολλή ώρα στον ήλιο και κάηκα. |
πολύς καιρός
|
παρελθόν
|
ενεστώτας(γραμματική) |
κατάλληλη στιγμή
|
χρόνος αντίδρασης
|
Ας μάθουμε Ρουμάνος
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του timp στο Ρουμάνος, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ρουμάνος.
Ενημερωμένες λέξεις του Ρουμάνος
Γνωρίζετε για το Ρουμάνος
Τα ρουμανικά είναι μια γλώσσα που ομιλείται από 24 έως 28 εκατομμύρια ανθρώπους, κυρίως στη Ρουμανία και τη Μολδαβία. Είναι η επίσημη γλώσσα στη Ρουμανία, τη Μολδαβία και την Αυτόνομη Επαρχία της Βοϊβοντίνα της Σερβίας. Υπάρχουν επίσης ρουμανόφωνοι σε πολλές άλλες χώρες, ιδίως στην Ιταλία, την Ισπανία, το Ισραήλ, την Πορτογαλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, τη Γαλλία και τη Γερμανία.