Τι σημαίνει το también στο ισπανικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης también στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του también στο ισπανικά.

Η λέξη también στο ισπανικά σημαίνει επίσης, επίσης, επίσης, επιπλέον, επίσης, ακόμα, επίσης, επίσης, επιπλέον, επίσης, ακόμα, γνωστός και ως, καθημερινά, κάθε μέρα, μέρα μπαίνει, μέρα βγαίνει, και, επίσης, για να μην αναφέρω και, και εγώ επίσης, και εγώ το ίδιο, δίλημμα με μία μόνο επιλογή, γνωστός επίσης και ως, γιατί να μην, φάσκω κι αντιφάσκω, φέρνω ισοπαλία, και... και, κι εγώ, κι εγώ το ίδιο, όχι μόνο... αλλά και. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης también

επίσης

adverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Si tú me escribes, yo también te escribiré.
Αν μου γράψεις, θα σου γράψω και (or: κι) εγώ.

επίσης

adverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Me gusta el helado, y el pastel también.
Μου αρέσουν τα παγωτά, και επίσης τα κέικ.

επίσης, επιπλέον

adverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Vas a quedarte después de la clase, y quiero hablar con tus padres también.
Θα μείνεις στο σχολείο μετά το μάθημα και θέλω επίσης να μιλήσω με τους γονείς σου.

επίσης, ακόμα

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Papá accedió a que usáramos su auto todo el día. ¡Además nos va a dar algo de dinero para gastar!
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Είναι όμορφη, αλλά και έξυπνη συνάμα.

επίσης

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
William invitó a su fiesta no sólo a Sue, si no también a su hermana.
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Οι περικοπές μισθών αφορούν το προσωπικό της αποθήκης καθώς και το τμήμα πωλήσεων.

επίσης, επιπλέον

adverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
El perro me mordió la pierna y después atacó a mi hermano, también.

επίσης

adverbio

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Quiero ir al cine y ella también.
Θέλω να πάω σινεμά, το ίδιο και εκείνη.

ακόμα

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Además tengo otra picadura de mosquito.
Έχω άλλο ένα τσίμπημα από κουνούπι.

γνωστός και ως

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Charles E. Boles, alias Bart el Negro, robó 30 diligencias antes de ser capturado.
Ο Τσαρλς Ε. Μπόουλς, επίσης γνωστός και ως Μπλακ Μπαρτ, λήστεψε 30 ταχυδρομικές άμαξες πριν συλληφθεί.

καθημερινά, κάθε μέρα

expresión (fam)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Me pone enferma tener que hacer lo mismo un día sí y otro también.

μέρα μπαίνει, μέρα βγαίνει

locución adverbial

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Es tan aburrido hacer lo mismo un día sí y el otro también.

και

El vecino trajo tortas, además de jugo para todos.
Ο γείτονάς μας έφερε κέικ καθώς και χυμό για όλους.

επίσης

locución conjuntiva

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
¿Puedes comprar el pan? Ah... y también leche.
Μπορείς ν' αγοράσεις λίγο ψωμί; Α, και λίγο γάλα επίσης.

για να μην αναφέρω και

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Debo llevar a los niños a la escuela, por no hablar de hacer las compras.
Πρέπει να πάω τα παιδιά στο σχολείο για να μην αναφέρω και τα ψώνια.

και εγώ επίσης, και εγώ το ίδιο

locución interjectiva

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Vos pensás que él está loco, ¡yo también!

δίλημμα με μία μόνο επιλογή

(μεταφορικά)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Otra cosa no hay así que si te gusta bien y si no también.

γνωστός επίσης και ως

locución conjuntiva

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Eva Perón, también conocida como Evita, fue una figura controvertida en la política argentina.

γιατί να μην

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
También podría ir contigo.
Ας έρθω μαζί σου.

φάσκω κι αντιφάσκω

locución verbal (contradecirse)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

φέρνω ισοπαλία

locución verbal

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Empataron también el de vuelta, el domingo juegan un tercer partido.

και... και

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Es tanto guapo como alto.
Είναι ψηλός και όμορφος.

κι εγώ, κι εγώ το ίδιο

expresión

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
"Estoy tan cansada que podría dormirme sobre el escritorio." "Yo igual."

όχι μόνο... αλλά και

expresión

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Jack es bueno no solo en el fútbol sino también en básquet y corriendo.

Ας μάθουμε ισπανικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του también στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.

Γνωρίζετε για το ισπανικά

Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.