Τι σημαίνει το vous στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης vous στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του vous στο Γαλλικά.

Η λέξη vous στο Γαλλικά σημαίνει εσείς, σας, εσείς, εσύ, εσάς, εσάς, σας, εσείς οι ίδιοι, εσύ, ο εαυτός σου, ο εαυτός σου, σε, εσείς, εσείς, εσείς, εσάς, σας, υμείς, υμάς, Ε, εσύ!, εσύ, εσένα, σε, εσείς οι ίδιοι, μόνος σου, εσύ ο ίδιος, ο εαυτός σου, τρομακτικός, ανατριχιαστικός, φρικιαστικός, όταν θα πλησιάζει η ώρα, όταν θα πλησιάζει ο καιρός, Χαίρω πολύ, ησυχία, συνέρχομαι, επίτρεψέ μου, επιτρέψτε μου, ο θεός να σ`έχει καλά, ορίστε, ραντεβού, ραντεβού, σπίτι, ενδιαφέρουσα πληροφορία, <div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>, καλύτερα, σεβόμενος, γκαρσόν, σπίτι, πρόγραμμα, δίνω άδεια να φύγει, προσοχή, ησυχία, συνάντηση, πολύ κουραστικός, ενδιαφέρομαι, δυστυχώς, όσο συχνά θέλεις, όσο συχνά σου αρέσει, όπως επιθυμείς, όπως θέλεις, μεταξύ μας, βεβαίως, ασφαλώς, σίγουρα, αν θέλεις, κατά τη γνώμη μου, κατά την άποψή μου, όσο το δυνατό καλύτερα, συμφωνώ, οποιαδήποτε ώρα, ότι ώρα να'ναι, προσοχή, με άνεση, όταν βολεύει, όποτε βολεύεσαι, σε πρώτη ευκαιρία, όταν σου κάνει κέφι, μόνος σου, όσο το δυνατό καλύτερα μπορείς, όσο τραβάει η όρεξη σου, όποτε θέλεις, όποτε σε εξυπηρετεί, όποτε θέλεις, όποτε σε εξυπηρετεί, με όλον τον σεβασμό, με όλον τον σεβασμό, με άδεια, με έγκριση, όπως θέλεις, όπως νομίζεις, όπως καταλαβαίνεις, με σεβασμό, από εδώ, αν σε παρηγορεί, θα, θα ήσουν, θα έπρεπε, για την ακρίβεια, Τι κάνεις;, πώς είσαι, όποτε βολεύεσαι, σε πρώτη ευκαιρία, μπορείτε παρακαλώ...;, με τιμή, με εκτίμηση, σε σκέφτομαι, μετά τιμής, Είστε έτοιμος να παραγγείλετε;, Μπορώ να σας βοηθήσω;, Έρχεσαι συχνά εδώ;, ο Θεός μαζί σου, όποιος βιάζεται σκοντάφτει, Έτσι είναι η ζωή., Χαρά μου!, η αλήθεια θα σας ελευθερώσει, Με τις θερμότερες ευχές, Τι δουλειά κάνεις;, Με τι ασχολείσαι;, Μακάρι να ήσουν εδώ.. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης vous

εσείς

pronom (sujet pluriel)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Les enfants, vous devriez manger vos haricots verts.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Εσείς είστε παιδιά και πρέπει να ακούτε τους γονείς σας.

σας

pronom (COD pluriel)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Je vous vois.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Εσάς, θα σας θυμάμαι πάντα.

εσείς

pronom (insistance)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Vous, les garçons, vous pouvez courir très vite, n'est-ce pas ?
Αγόρια, εσείς δεν είστε και πολύ γρήγοροι στο τρέξιμο, ε;

εσύ

(sujet singulier, tutoiement)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Tu devrais manger tes haricots verts.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Εσύ έριξες το βάζο, εσύ θα το μαζέψεις.

εσάς

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)

εσάς, σας

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Vous ne pouvez vous en prendre qu'à vous-mêmes.
Η ευθύνη δεν ανήκει σε κανέναν άλλο εκτός από εσάς.

εσείς οι ίδιοι

(εμφατικό)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Personne ne connaît votre corps mieux que vous-mêmes.

εσύ

(tutoiement)

Toi, là-bas, viens par ici !
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Εσείς κ. Νίκο θα χρειαστεί να περιμένετε λίγο ακόμα.

ο εαυτός σου

(avec verbes pronominaux)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Arrête de te regarder tout le temps dans le miroir.
Σταμάτα να κοιτάζεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη όλη την ώρα.

ο εαυτός σου

(après prépositions)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Il n'y a personne d'autre que toi ici.
Δεν είναι κανείς εδώ εκτός από σένα.

σε

(COD singulier, tutoiement)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Je t'aime.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Αγαπώ εσένα, όχι τον αδερφό σου.

εσείς

pronom

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Qu'est-ce que vous faites, ce soir ?

εσείς

pronom

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)
Pourquoi vous ne m'attendez jamais après les cours ?

εσείς

pronom (sujet, pluriel)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)

εσάς, σας

pronom (objet, pluriel)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)

υμείς

pronom (sujet, pluriel) (αρχαιοπρεπές)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)

υμάς

pronom (objet, pluriel) (αρχαιοπρεπές)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)

Ε, εσύ!

(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.)

εσύ

(sujet, singulier : tutoiement)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)

εσένα, σε

(objet, singulier : tutoiement)

(αντωνυμία: Δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο το οποίο δεν αναφέρεται, π.χ. εγώ, εσύ, αυτός/αυτή/αυτό κλπ.)

εσείς οι ίδιοι

pronom

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Vous devrez le faire vous-mêmes.
Πρέπει να το κάνετε εσείς οι ίδιοι.

μόνος σου

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Fais tes devoirs toi-même.
Σε παρακαλώ κάνε μόνος σου τα μαθήματά σου.

εσύ ο ίδιος

pronom (pour insister) (εμφατικός τύπος)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Toi-même, tu as dit que c'était trop difficile à faire.
Εσύ ο ίδιος είπες ότι παραείναι δύσκολο.

ο εαυτός σου

pronom

(φράση ως ουσιαστικό αρσενικό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους, π.χ. φακός επαφής, καθηγητής φυσικής αγωγήςκλπ.)
Tu n'as pas l'air d'être toi-même aujourd'hui. Qu'est-ce qui se passe ?
Δεν είσαι ο εαυτός σου σήμερα. Τι συμβαίνει;

τρομακτικός, ανατριχιαστικός, φρικιαστικός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

όταν θα πλησιάζει η ώρα, όταν θα πλησιάζει ο καιρός

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

Χαίρω πολύ

(επίσημο)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Enchanté. Je suis ravi de vous rencontrer.

ησυχία

(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.)
Le professeur s'exclama : "Chut, j'essaie d'expliquer."
Ο δάσκαλος είπε, «Κάντε ησυχία όλοι, προσπαθώ να εξηγήσω.»

συνέρχομαι

(tu)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Arrête de pleurer et ressaisis-toi !

επίτρεψέ μου, επιτρέψτε μου

interjection

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
« Je vous en prie ! » m'a dit un porteur, tout en prenant ma lourde valise.
«Επιτρέψτε μου» είπε ένας γκρουμ, και πήρε τη βαριά βαλίτσα μου.

ο θεός να σ`έχει καλά

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

ορίστε

(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.)
Était-ce vous qui aviez commandé le steak, Monsieur ? Voilà.

ραντεβού

nom masculin invariable (chez un professionel)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
J'ai un rendez-vous chez le médecin à 10 h.
Έχω ραντεβού με τον γιατρό στις 10:00 π.μ.

ραντεβού

nom masculin

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
Le rendez-vous a duré plus longtemps que prévu.

σπίτι

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

ενδιαφέρουσα πληροφορία

nom féminin

<div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>

καλύτερα

adverbe

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Ne t'en fais pas, tu es mieux sans lui.
Μην ανησυχείς, είσαι καλύτερα χωρίς αυτόν. Θα είσαι καλύτερα αν απλώς την αγνοήσεις.

σεβόμενος

(μετοχή ενεστώτα: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. υπογράφων, υπογράφουσα, υπογράφον κλπ.)

γκαρσόν

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

σπίτι

(νοικοκυριό)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Sa maison est toujours pleine de bruit et de bonne humeur.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Το σπιτικό του είναι πάντα χαρούμενο και γεμάτο θόρυβο.

πρόγραμμα

(εργασίες, υποχρεώσεις)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
On se verra si tu peux me caler dans ton agenda.

δίνω άδεια να φύγει

(σε κάποιον)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Η δασκάλα έδωσε στον μαθητή το ελεύθερο να φύγει αφού τον κατσάδιασε.

προσοχή

nom masculin invariable (Militaire)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Les soldats doivent se mettre au garde-à-vous.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Οι νεοσύλλεκτοι οφείλουν να στέκονται προσοχή.

ησυχία

(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.)
Silence ! Des gens sont en examen.
Ησυχία! Κάποιοι γράφουν εξετάσεις.

συνάντηση

nom masculin

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Les amoureux se donnèrent rendez-vous à minuit, derrière la chapelle.
Οι εραστές κανόνισαν ένα ραντεβού τα μεσάνυχτα, πίσω από το παρεκκλήσι.

πολύ κουραστικός

ενδιαφέρομαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
N'hésite pas à m’appeler si tu es si enclin à le faire.
Μη διστάσεις να επικοινωνήσεις μαζί μου αν ενδιαφέρεσαι τόσο.

δυστυχώς

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

όσο συχνά θέλεις, όσο συχνά σου αρέσει

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
N'hésitez pas à passer me voir aussi souvent que vous le voulez.

όπως επιθυμείς, όπως θέλεις

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Nous nous assurerons de tout organiser comme vous le voudrez.

μεταξύ μας

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Entre toi et moi, je ne la trouve pas très belle, sa nouvelle robe.

βεβαίως, ασφαλώς, σίγουρα

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
«Μπορώ να δανειστώ μια στιγμή το στυλό σου;» «Βεβαίως!»

αν θέλεις

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κατά τη γνώμη μου, κατά την άποψή μου

adverbe

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Selon vous, c'est une bonne idée ?

όσο το δυνατό καλύτερα

locution adverbiale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Avancez du mieux possible et nous corrigerons les erreurs plus tard.

συμφωνώ

locution adverbiale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

οποιαδήποτε ώρα, ότι ώρα να'ναι

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Tu peux m'appeler à l'aide n'importe quand.

προσοχή

adverbe

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
La troupe se tient au garde-à-vous.

με άνεση, όταν βολεύει

adverbe

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Elle n'est pas pressée ; envoie-lui les dossiers quand ça t'arrange.

όποτε βολεύεσαι, σε πρώτη ευκαιρία, όταν σου κάνει κέφι

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

μόνος σου

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

όσο το δυνατό καλύτερα μπορείς

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Surveille le chien du mieux que tu pourras.

όσο τραβάει η όρεξη σου

locution adverbiale

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Posez des questions tant qu'il vous plaira, je n'y répondrai pas.

όποτε θέλεις, όποτε σε εξυπηρετεί

locution adverbiale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

όποτε θέλεις, όποτε σε εξυπηρετεί

locution adverbiale

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

με όλον τον σεβασμό

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Sauf votre respect, je ne partage pas du tout votre avis.

με όλον τον σεβασμό

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

με άδεια, με έγκριση

adverbe

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
J'aimerais dire quelques mots, si vous le permettez.

όπως θέλεις, όπως νομίζεις, όπως καταλαβαίνεις

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Je peux te prêter de l'argent si tu veux.

με σεβασμό

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Sauf le respect que je vous dois, je pense que vous avez tort dans votre argumentation.

από εδώ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Une table pour deux ? Si vous voulez bien me suivre, monsieur.

αν σε παρηγορεί

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

θα

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Si tu refuses cette offre d'emploi, tu le regretteras.
Αν απορρίψεις αυτή την πρόταση για δουλειά, θα το μετανιώσεις.

θα ήσουν

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Tu serais bête de démissionner d'un boulot aussi génial.

θα έπρεπε

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Tu aurais dû faire ce que j'ai dit.

για την ακρίβεια

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Δεν αγνοώ τον αδερφό σου. Για την ακρίβεια τον κάλεσα για δείπνο απόψε.

Τι κάνεις;

(familier)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
– Ça va ? – Pas mal, et toi ?

πώς είσαι

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Bonjour Phil, comment vas-tu ? Je suis contente de te revoir.

όποτε βολεύεσαι, σε πρώτη ευκαιρία

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

μπορείτε παρακαλώ...;

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Pourriez-vous me dire où se trouvent les toilettes, s'il vous plait ?
Μπορείτε παρακαλώ να μου πείτε που βρίσκεται το μπάνιο;

με τιμή, με εκτίμηση

(lettre, soutenu)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

σε σκέφτομαι

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

μετά τιμής

(lettre, soutenu)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Dans l'attente de votre réponse, je vous prie d'agréer, Monsieur, l'expression de mes sentiments distingués.
Ανυπομονώ για την απάντησή σας. Μετά τιμής, Τζο Μπλογκς.

Είστε έτοιμος να παραγγείλετε;

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

Μπορώ να σας βοηθήσω;

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Puis-je vous aider ? demanda la vendeuse.

Έρχεσαι συχνά εδώ;

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

ο Θεός μαζί σου

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

όποιος βιάζεται σκοντάφτει

(μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

Έτσι είναι η ζωή.

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

Χαρά μου!

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
- Merci de nous avoir cuisiné un si bon repas. - Tout le plaisir est pour moi.
«Σ' ευχαριστούμε που μας ετοίμασες ένα τόσο υπέροχο δείπνο!».«Χαρά μου!»

η αλήθεια θα σας ελευθερώσει

(Bible)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

Με τις θερμότερες ευχές

(formule dans un courrier professionnel)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

Τι δουλειά κάνεις;, Με τι ασχολείσαι;

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

Μακάρι να ήσουν εδώ.

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του vous στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Σχετικές λέξεις του vous

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.